Αγαπητέ αδελφέ εν Χριστώ Παναγίωτη,
Λαμβάνοντας αφορμή απο τη δύσκολη οικονομικά - αλλά κυρίως ηθικά - περίοδο που διερχόμαστε ως ελληνικός λαός με το δυσβάσταχτο εξωτερικό χρέος, το διογκωμένο Δημόσιο Τομέα και τους υπεράριθμους δημοσίους υπαλλήλους, θα ήθελα να καταθέσω στην αγάπη σου ένα περιστατικό που συνέβη πριν 36 χρόνια και είχε ως πρωταγωνιστή το μακαριστό π. Επιφάνιο. Βρισκόμαστε στα τέλη του 1975 και τη διακυβέρνηση της χώρας έχει αναλάβει ο μακαρίτης Κων/νος Καραμανλής.
Την περίοδο εκείνη ήμουν σχετικά νιόπαντρος και είχα μεταβεί στο διαμέρισμα όπου διέμενε έναντι ενοικίου, για να τον μεταφέρω με το αυτοκίνητό μου σε νοσοκομείο με σκοπό την εξομολόγηση κάποιου ασθενούς. Εκείνη τη στιγμή χτυπάει το τηλέφωνό του και στην άλλη άκρη της γραμμής είναι κάποιος επιφανής Υπουργός της τότε Κυβερνήσεως με τον οποίο διατηρούσε φιλικούς δεσμούς από τη δεκαετία του 1960 και τον οποίο είχε βοηθήσει πάρα πολύ στην επιχειρηματολογία του, ως εισηγητή του Σχεδίου Νόμου για το «Αμετάθετο των Επισκόπων», που είχε ψηφιστεί τότε από τη Βουλή των Ελλήνων. Χωρίς περιστροφές, ο Υπουργός του ζητά μήπως επιθυμεί κάποιο συγγενικό του πρόσωπο, του πατρός Επιφανίου εννοείται, να τοποθετηθεί στο Δημόσιο και συγκεκριμένα στο Υπουργείο το οποίο διευθύνει. Η σύζυγός μου εκείνη την περίοδο αναζητούσε εργασία έχοντας αρκετά προσόντα. Η απάντηση του μακαριστού π. Επιφανίου προς τον Υπουργό ήταν: «Σας ευχαριστώ θερμά για την αγάπη σας, αλλά απαράβατη αρχή μου είναι να μην τοποθετούνται άτομα κατ’εξαίρεση στο ελληνικό Δημόσιο, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για στενά συγγενικά μου πρόσωπα».
Κλείνοντας το τηλέφωνο, μου ανέφερε το περιεχόμενο της συνομιλίας τους κι εγώ με τη σειρά μου τον ρώτησα: «Πώς δεν σκέφτηκες τη σύζυγό μου και νύφη σου Θεοφανία;». Η απάντησή του σταθερή και κρυστάλλινη: «Πολυνείκη μου, τόσο ‘μικρό’ και ευτελή θεωρείς τον αδελφό σου;», και συνέχισε: «Να δώσει η Θεοφανία εξετάσεις στους διαγωνισμούς, που κατά περιόδους προκηρύσσονται, κι αν κριθεί ικανή, να διοριστεί. Δεν θα ‘λουστούμε’ αδελφέ μου αυτά που κοροϊδεύουμε».
Αγαπητέ Παναγιώτη, προς στιγμήν σοκαρίστηκα με την απάντησή του, αλλά γρήγορα συνήλθα και για μια ακόμη φορά θαύμασα την ακεραιότητα του κληρικού. Σημειωτέον, εάν τότε συμφωνούσε ο π. Επιφάνιος, σήμερα η σύζυγός μου θα ήταν συνταξιούχος του Δημοσίου. Αυτός αδελφέ μου ήταν ο γέροντάς σου και κατά σάρκα αδελφός μου π. Επιφάνιος.
«Έφυγε» από το μάταιο τούτο κόσμο χωρίς να επιβαρύνει την Εκκλησία αλλά και το Κράτος, όχι με διορισμό συγγενούς του, αλλά ούτε εισπράττοντας τις νόμιμες αποδοχές που εδικαιούτο ως κληρικός. Ούτε βιβλιάριο ασθενείας δεν διέθετε.
Ας έχουμε την ευχή του και ας μας διδάσκει το παράδειγμά του.
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Πολυνείκης Θεοδωρόπουλος
Μόνο ένας γίγαντας πνεύματος όπως ο αείμνηστος, νεοφανής πατήρ της Εκκλησίας μας π.Επιφάνιος μπορούσε να πράττει έτσι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα έχουμε την αγία ευχή του.