Δυστυχώς όπου σταθή κανείς ακούει επικρίσεις και παράπονα για τους κληρικούς μας και για την αδράνεια της Εκκλησίας μας. Αυτό στενοχωρεί και θλίβει κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό και πολύ περισσότερο εκείνους που έχουν πιό στενούς πνευματικούς δεσμούς με την Εκκλησία.
Η αλήθεια είναι ότι εξ αιτίας κάποιων αναξίων κληρικών γενικεύεται η δυσφήμηση της Εκκλησίας και πως εξογκώνονται τα παραστρατήματα των ιερωμένων, κι αυτό είναι φυσικό, επειδή ο λαός έχει την απαίτηση οι κληρικοί νά είναι χωρίς κηλίδα· αλλοιώς δεν τους αναγνωρίζει για πνευματικούς οδηγούς του. Οι πολλοί δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσουν το πρόσωπο από το πνευματικό λειτούργημα που κάνει και επηρεάζονται τόσο πολύ από κάποιο σκάνδαλο που φημολογείται για έναν ιερωμένο, ώστε γίνονται άπιστοι, δεν πατούν πια σε εκκλησία και είναι πολύ δύσκολο έναν τέτοιον αγανακτισμένον αποστάτη να τον συμφιλιώση κανείς ξανά με την Εκκλησία. Μήτε ένας Χρυσόστομος μπορεί να κάνη ένα τέτοιο κατόρθωμα. Αφήνω πως όποιος επιχειρήση να μεταστρέψη έναν τέτοιον άνθρωπο από την απέχθεια που πήρε για τη θρησκεία, θα βρη τον μπελά του και μπορεί ν’ ακούση ότι «κι αυτός είναι υποκριτής, γιατί σκεπάζει τις αθλιότητες των παπάδων». Οι τέτοιοι άνθρωποι, αν δεν γίνουν ολότελα άθεοι, πηγαίνουν και γίνονται χιλιαστές ή ευαγγελιστές ή παπικοί ή προτεστάντες.
Τα σκάνδαλα των ρασοφόρων μας είναι η σπουδαιότερη αιτία που πληθαίνουν οι αιρετικοί, και μάλιστα, αυτοί οι νέοι προσύλητοι γίνονται φανατικώτατοι μέσα στην αίρεση που προσχωρούν, αηδιασμένοι από τους ανάξιους ιερωμένους μας. Για τούτο πρέπει να τρέμουν οι κληρικοί μην τυχόν ακουσθή το παραμικρό σε βάρος τους, γιατί οι ψυχές που χάνονται θα ζητηθούν μια μέρα απ’ αυτούς. Ο Χριστός είπε στους μαθητές του ότι αυτοί είναι το φως του κόσμου και το άλας της Γης, και ότι πρέπει να λάμψη το φως τους έμπροσθεν των ανθρώπων για να ιδούνε τα καλά έργα τους και δοξάσουν τον πατέρα τον εν τοις ουρανοίς. Λοιπόν, κι όταν γίνεται το ανάποδο, δηλαδή όταν οι άνθρωποι βλέπουν τα κακά έργα τους, αντί να δοξάσουν τον Θεό, θα τόν βλαστημήσουν. Και αιτία θα είναι όχι οι άθεοι, όχι οι εχθροί του Χριστού, αλλά οι ίδιοι οι μαθητές και αντιπρόσωποί του στόν κόσμο, «οι κεχρισμένοι».
Πάντα σε κάθε εποχή, υπήρχαν οι ανάξιοι κληρικοί, κοντά στους αγίους ρασοφόρους. Αλλά σήμερα το πράγμα εχειροτέρεψε κατά πολύ. Μια από τις πολλές αιτίες αυτής της θλιβερής καταστάσεως είναι το ότι γίνονται συχνά κληρικοί κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν κλίση στη θρησκεία και που γι’ αυτούς το ρασοφορείν είναι ένα επάγγελμα. Ο ιερεύς όχι μονάχα πρέπει να έχη κλίση στη θρησκεία, αλλά να φλέγεται από πίστη και αγάπη προς τα θεία, να είναι «τώ πνεύματι ζέων», όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Και να τελή την θείαν μυσταγωγίαν με τέτοια κατάνυξη, που πολλές φορές να δακρύζη μπροστά στην Αγία Τράπεζα, ιερουργώντας με φόβο και με τρόμο. Ενώ πολλοί από τους σημερινούς ρασοφόρους, αντί η ευσέβειά τους και η κατάνυξή τους να συνεπάρη τους εκκλησιαζομένους, τους παγώνει η ατονία, η αδιαφορία και η ψυχρότητα με την οποία εκτελούν τις ιεροτελεστίες. Σ’ αυτό συνεργεί κατά πολύ και η άθλια θυμελική μουσική που ακούεται σε πολλούς ναούς αντί της ψαλμωδίας, επειδή η κοσμική τετραφωνία είναι ολότελα ξένη για μια Ορθόδοξη ιεροτελεστία. Δεν βρέθηκε δε μήτε ένας δεσπότης, έως σήμερα, που να εφράση την δυσαρέσκειά του για την άτοπη και ανίερη αυτή μουσική, που δεν έχει σχέση με την ορθόδοξη ελληνική ψυχή, και που είναι ύβρις για το σχήμα και το αξίωμα του ιερέως και αρχιερέως, ο οποίος ανέχεται να λειτουργή, ψάλοντας μαζί με τραγουδιστές Ιταλιάνους.
Επειδή λοιπόν λείψανε από την Εκκλησίαν μας οι ιερωμένοι που έχουν φωτιά μέσα τους, η Εκκλησία αυτή δεν μπορεί παρά να βραδυπορή, ασυγκίνητη κι αδιάφορη για όσα θα έπρεπε να την ενδιαφέρουν ζωηρά, αδιάφορη για το ότι το ποίμνιό της σκανδαλίζεται και δοκιμάζεται σκληρά η πίστη του από τα καμώματα μερικών ιερωμένων, αδιάφορη για την παραμόρφωση της ιερής παραδόσεως, αδιάφορη για τα τέκνα της που την αρνούνται, για να πυκνώσουν τις τάξεις των διαφόρων αιρετικών, με κίνδυνο αυτή η αιμοραγία της να καταντήση θανάσιμη γι’ αυτήν.
Ο τρόπος με τον οποίον θα μπορούσε να διορθωθή τούτη η πολύ θλιβερή κατάστασις, φανερώνεται από τα παραπάνω συμπτώματα ότι είναι πολύ απλός, είναι όμως και πολύ δύσκολη η θεραπεία της. Γιατί για την Εκκλησία του Χριστού δεν υπάρχει κανένα φάρμακο, ούτε καμμιά μαγική ράβδος, αφού η ίδια έχει για έργο της την καθοδήγηση και τη σωτηρία των ανθρώπων.
Η θεραπεία βρίσκεται στα χέρια της, και είναι η κάθαρσή της από στοιχεία κακά και ανάξια για την ύψιστη αποστολή τους. Όταν γίνη, ακόμα και σχετικά, μιά τέτοια κάθαρση θα μπορέσουν να καταταχθούν στην υπηρεσία της αγνοί και άξιοι κληρικοί, με βαθειά πίστη και με ανιδιοτέλεια, «τώ πνεύματι ζέοντες», για τους οποίους θα είναι «ως αγαπητά τα σκηνώματα του Κυρίου των δυνάμεων». Και όταν γίνη αυτή η επάνδρωση της Εκκλησίας μας με στοιχεία σοβαρά, εκλεκτά και αξιοσέβαστα, τότε το ιερόν δένδρον της Εκκλησίας θα παρουσιασθή, μέσα σε λίγα χρόνια, κατάφορτο από καρπούς «ως κατάκαρπος ελαιά» προς χαράν των πιστών Ορθοδόξων, και προς δόξαν του Θεού.
Τότε θα λείψη αυτό το θανατερό μούδιασμα, που την κατέχει σήμερα κι η απίστευτη αδιαφορία της για όσα την αφορούν, ακόμα και για ζητήματα ζωής και θανάτου γι’αυτήν. Οι καλοί εκπρόσωποί της θα στέκωνται ανύστακτοι φρουροί της, ημέρας και νυκτός, και σ’ αυτούς θα αναπαύεται η γεραρά Μητέρα τους, και τότε θα λάμψη το ανέσπερο φως της Ορθοδόξου πίστεως μέχρι περάτων της Οικουμένης, μέσα στο σκοτάδι που πλακώνει σήμερα τον κόσμο. «Ιδού νυν καιρός Ευπρόσδεκτος» για να γίνη αυτό. Αλλά «η βασιλεία του Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν».
Η Εκκλησία του Χριστού πρέπει να έχη υπηρέτες που να είναι αφοσιωμένοι σ’ αυτή και έτοιμοι για θυσίες, κατά το ματωμένο υπόδειγμα του σταυρωμένου αρχηγού της.
Η Εκκλησία του Χριστού πρέπει να υπηρετήται και να φυλάγεται από ψυχές ηρωϊκές, που να είναι έτοιμες όχι μόνο για θυσίες υλικές και σωματικές, αλλά και για πνευματικές, που είναι ίσως πιό δύσκολες. Τέτοιες θυσίες είναι το να ταπεινώνεται ο ένας μπροστά στον άλλον, το να μη λογαριάζη το συμφέρον του, το να βάζη το καλό και την προκοπή της Εκκλησίας απάνω από τη δική του, το να θυσιάζεται ως ο καλός ποιμήν για τα πρόβατα του Χριστού κ.τ.
Όλα αυτά δεν μπορεί να τα έχη ένας ιερωμένος, αν δεν έχη πίστη φλογερή και ατράνταχτη και θερμουργό, κι αν δεν πιστεύη ότι «ου έχει ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητεί».
Μια Ορθόδοξος Ελληνική Εκκλησία, που θα έχη τέτοιους άγρυπνους και αδέκαστους φρουρούς, θα είναι η κιβωτός της Αλήθειας, που θα πλέη απάνω στα θολά κι αφρισμένα νερά του παγκόσμιου Ωκεανού της αμαρτίας και απωλείας.
Πόσο πάσχουμε, πόση θλίψη νοιώθουμε, κάθε φορά που θα παρουσιασθή κανένα σκάνδαλο σε βάρος κάποιου κληρικού! Αν ήτανε τρόπος να πέφτουν σε μας οι κατηγόριες, αντί σ’εκείνους, σ’ εμάς που οι πράξεις μας δεν αντανακλούν στην Εκκλησία!
Ο ευλαβής λαός μας δεν αισθάνεται την ανάγκη να ακούη βαθυστόχαστες θεολογίες με πανεπιστήμια και με διπλώματα, ούτε παγκόσμια συμβούλια και «διαλόγους». Ο πόθος του είναι να ακούση ότι υπάρχει κάποιος ρασοφόρος, ιερεύς ή καλόγερος, που έχει καθαρή ζωή, ας είναι κι αγράμματος. Τόση είναι η δίψα του για αγιότητα, που φτάνει να είναι ένας ιερωμένος μοναχά ενάρετος, και τον λέγει άγιον.
Πιστεύουμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι ο φύλακας της Αληθείας του Χριστού, ο μόνος φύλακας. Αν φανούμε ανάξιοι να έχουμε αυτόν τον θησαυρό, θα τον χάσουμε, θα τον πάρη ο Κύριος από τα χέρια μας, όπως απέστρεψε το πρόσωπό του, τον παλαιό καιρό, από τους Εβραίους.
Και ότι η Εκκλησία μας κατέχει την αλήθεια αυτή, το φανερώνουν, χωρίς να θέλουν, ακόμα και οι παπικοί, που κατά τα τελευταία χρόνια εκδηλώνουν τον θαυμασμό τους για τα πατερικά μας κείμενα, για την υμνολογία μας και για την αγιογραφία μας, και γενικά για τη λατρεία μας. Αυτό είναι σαν να ομολογούν ότι η Εκκλησία μας είναι «η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» κι ότι αυτά που αναφέραμε παραπάνω, είναι η έκφρασις της πνευματικής ουσίας της, ότι είναι τα καθρεφτίσματά της στον αισθητόν κόσμο. Και δεν μπορεί το καθρέφτισμα παρά να έχη ανταπόκριση με εκείνο που καθρεφτίζεται και μάλιστα να είναι μιά αδύνατη σκιά του.
Ας παρακαλούμε, λοιπόν, νύχτα-μέρα, και με δάκρυα τον Κύριο να μη μας στερήση από το αθάνατο αυτό στεφάνι που έβαλε απάνω στο κεφάλι μας, και που τα άφθαρτα άνθη του ποτισθήκανε από το άγιον αίμα μυριάδων μαρτύρων, από καταβολής Χριστιανισμού. Κι ας του κράξουμε με κλαυθμό: «Μη αποστρέψης το πρόσωπόν Σου από του λαού Σου, ότι θλίβεται. Ταχύ επάκουσον αυτού, πρόσχες τη Εκκλησία Σου και λύτρωσον αυτήν».
Φώτης Κόντογλου~Ασάλευτο Θεμέλιο - Ακρίτας
από : Απανθίσματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου