(από το περιοδικό «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ», Αριθμ. 102 Δεκέμβριος 2010)
Όσο
κι αν λέμε ότι είμαστε χριστιανοί, η νοοτροπία και τα πιστεύματα του
κόσμου έχουν εισχωρήσει βαθειά στο νου και στην καρδιά μας και
απαιτείται πολύς κόπος και προσπάθεια της Εκκλησίας για να γυρίση ο νους
μας στη σωστή κατεύθυνση, να προβληματισθούμε και να συνετισθούμε.
Τώρα,
μάλιστα, που η εποχή μας έχει καταφέρει να πείση τους πάντες πως αυτή
είναι που κατέχει την απόλυτη και αναμφισβήτητη επιστήμη, έχουν
κυριολεκτικά αλυσσοδεθεί εκείνοι που συσσωρεύουν στο μυαλό τους γνώσεις
χωρίς να σκέπτονται, αφού, χωρίς σκέψη αλλά μόνο με τυφλή αποδοχή,
εύκολα πέφτουν θύματα αυτών που, με μαεστρία διαστρέφουν την αλήθεια,
ακόμα και την ιστορική αλήθεια, για να μπορούν να πατρωνάρουν ολόκληρη
την υφήλιο.
Από την άλλη
μεριά, έχουν καταντήσει «φωνή βοώντος εν τη ερήμω» εκείνοι οι λίγοι που
επιμένουν να σκέπτονται σωστά, βαθειά και πολύπλευρα, γιατί δεν
υπάρχουν αυτιά ανοικτά να τους ακούσουν, ώστε να υπάρξη ελπίδα ότι θα
αναχαιτισθή κάποτε αυτός ο κατήφορος της ανθρωπότητος προς την άβυσσο!
* * *
Βεβαίως,
αυτή τη διαστροφή της αλήθειας, αρχίσαμε, τώρα πια, να την “παίρνουμε
είδηση”, αφού έφθασαν στο σημείο να μας αμφισβητήσουν, όχι μόνο
παμπάλαια γεγονότα μέχρι και τους αγώνες του 1821, αλλά ακόμα και αυτούς ...τους γονείς που μας γέννησαν! Ωστόσο, το κακό είναι πολύ πιο παλιό. Χρονολογείται από τις αρχές του 20ου αιώνα και έχει να κάνη με την παραχάραξη της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους. Έχει να κάνη με την ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητος.
Από
τον 20ο αιώνα άρχισαν να μας μιλούν για «λίθινες», για «ξύλινες», για
“χάλκινες” και για «σιδερένιες» εποχές, στηριζόμενοι τάχα στις
αρχαιολογικές ανακαλύψεις, από τις οποίες έβγαζαν και εξακολουθούν να
βγάζουν τα συμπεράσματα που εξυπηρετούν τις σκοπιμότητές τους.
Κύριος
και σχεδόν αποκλειστικός σκοπός τους, η απόρριψη της Αγίας Γραφής και η
επιστημονική ...κονιορτοποίησή της! Γιατί, όπως σχεδίαζαν, δεν ήταν
δυνατόν να πάρη τη θέση του Θεού η επιστήμη, δηλαδή ο άνθρωπος, αν
προηγουμένως δεν απεδεικνύετο ότι η Πίστη στον Θεό της Αγίας Γραφής δεν
είναι τίποτα περισσότερο από την πίστη σ’ έναν πολύ “καλοδουλεμένο”
μύθο!
Έτσι,
μόλις ανακαλύφθηκαν κάποια σπήλαια με παραστάσεις στο εσωτερικό τους,
που παρουσίαζαν ανθρώπους σε ημιαγρία κατάσταση, άδραξαν «τα στοιχεία
του κόσμου» την ευκαιρία να επιχειρήσουν τη δική τους εκδοχή για την
ιστορία της ανθρωπότητος, φορτωμένοι και εξοπλισμένοι –έτσι
παρουσιάσθηκαν– με ακαταμάχητα επιστημονικά τεκμήρια, που θα έθεταν
πλέον στη σφαίρα της φαντασίας και της μυθολογίας την ιστορία που μας
παρέδωσε ο Δημιουργός του ανθρώπου και του Παντός!
Φαίνεται
πως τότε ήταν πνευματικά απών ο χριστιανικός κόσμος, όπως εξακολουθεί
να είναι, δυστυχώς, και σήμερα απών από όλα τα κέντρα που διαμορφώνουν
τη δημόσια ζωή, γι’ αυτό η θεωρία αυτή για τη σταδιακή εκ του μηδενός
εξέλιξη της ανθρωπότητος, όπως την σχεδίασαν οι εχθροί του Θεού, έγινε
αμέσως αποδεκτή, και μάλιστα, από κληρικούς και θεολόγους, οι οποίοι, με
σύμπλεγμα επιστημονικής κατωτερότητος, θεώρησαν –οι αφελείς– ιδανικές
τις συνθήκες για να ...επιστημονικοποιήσουν την Πίστη και άρχισαν του
κόσμου τις αλχημίες, προσαρμόζοντας με απίστευτες αλληγορίες την Αγία
Γραφή στα, τάχα τεκμηριωμένα, νέα “επιστημονικά” δόγματα.
Μόνο
όταν ο Δαρβίνος μίλησε για την εξέλιξη των ειδών και την διαμόρφωση του
ανθρώπου από εξέλιξη πιθήκου, άρχισαν κάποιες διαμαρτυρίες, οι οποίες
έπεσαν με την πάροδο του χρόνου στο κενό, και, βεβαίως, δεν έβαλαν σε
υποψίες ώστε να αμφισβητηθή στη βάση της και εν τω συνόλω της η
επιστημονικόμορφη σκευωρία, που αποσκοπούσε και αποσκοπεί στο να
αντικαταστήση τη μοναδική επιστήμη, δηλαδή την πραγματικότητα, που μας
αποκάλυψε ο Θεός, με την “επιστημονική” φαντασία, που υπαγορεύει
αδιάκοπα το «πνεύμα της πονηρίας, ο αρχηγός της ανταρσίας» για να αλλάξη
τα πάντα, σύμφωνα με τη δική του ακάθαρτη επιδίωξη.
* * *
Δεν
προέβαλαν, λοιπόν, καμμιά αντίσταση, εκείνη την κρίσιμη στιγμή οι
θεολόγοι μας, αλλά θεώρησαν πως είναι απολύτως συμβατή με την Αγία Γραφή
η άποψη ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε την ιστορία του από το μηδέν, χωρίς να
γνωρίζη τίποτα, και σιγά-σιγά, περνώντας εξελικτικά στάδια τα βρήκε όλα
μόνος του.
Και,
σαν να μην έφθανε αυτό, από το “τότε”, με τα δικαιολογητικά της εποχής
των παγκοσμίων πολέμων και τις τόσες πνευματικές πληγές, φθάσαμε στο
“τώρα”, όπου πολλοί ανερμάτιστοι θεολόγοι μας, όχι μόνο συμπορεύονται
αρμονικά με τους κοιλιοπνεύστους ιστορικούς του «απατεώνος αιώνος», αλλά
και αποδέχθηκαν πλήρως τη θεωρία της εξελίξεως, ισχυριζόμενοι, μάλιστα,
ότι η θεωρία αυτή δεν προσκρούει στην Αγία Γραφή!
Ίσως,
κάποια στιγμή να μας δοθή η ευκαιρία να εξετάσουμε από κοντά, λογικά
και θεολογικά τις “λογομαγειρικές” των συγχρόνων νεοπατέρων ως προς τη
θεωρία αυτή. Αρκούμεθα στο παρόν άρθρο μας να παρατηρήσουμε ότι για να
συμβιβάσουν επί του προκειμένου τα ασυμβίβαστα, έφθασαν στο παράδοξο, να
ερμηνεύουν ολόκληρη την Παλαιά Διαθήκη αλληγορικά, παρ’ ότι αυτή είναι
καθαρά ιστορικό βιβλίο που καταγράφει επακριβώς τις ενέργειες του Θεού
στην ιστορία του κόσμου, ενώ ερμηνεύουν κατά λέξη το κατ’ εξοχήν
αλληγορικό βιβλίο της Αγίας Γραφής, την Αποκάλυψη!
Όμως,
μέσα στην ερμηνευτική “φούρια” τους δεν πρόσεξαν ότι οι αλληγορίες τους
και οι “τραβηγμένες” μεταφορές, που μεταχειρίζονται, για να
εναρμονισθούν με τους τάχα διεθνείς “επιστήμονες” δεν έχουν την
παραμικρή αντιστοιχία με τα κείμενα της Αγίας Γραφής, απλώς γίνονται
“νεροκουβαλητές” των αθέων του κόσμου, διευκολύνοντας καταπληκτικά το
εκθεμελιωτικό έργο τους!
* * *
Ας
δούμε, λοιπόν, μέσα από τα αυθεντικά κείμενα πως άρχισε η ζωή των
ανθρώπων, μετά την πτώση τους από τον Παράδεισο, για να μάθουμε την
αλήθεια της υπάρξεώς μας αλλά και το γιατί ο Σαρκωθείς Θεός άρχισε την
επίγεια ζωή Του από το Σπήλαιο της Βηθλεέμ.
Οι
Πρωτόπλαστοι δημιουργήθηκαν αμέσως από τον Θεό, χωρίς να μεσολαβήση
σταδιακή τους εξέλιξη. Αυτό προκύπτει αβίαστα από το βιβλίο της
Γενέσεως, στο οποίο εξιστορείται ότι ο Θεός, αφού δημιούργησε όλα τα
ζώα, έλαβε χώμα από τη γη (και όχι πρώτη ύλη από τα συστατικά των ζώων)
και έπλασε τον άνθρωπο Αδάμ. Κατόπιν, από την πλευρά του Αδάμ (και όχι
από άλλα συστατικά) έπλασε τη γυναίκα, την Εύα.
Στον
Αδάμ και στην Εύα έδωσε ο Θεός τη σοφία και τη γνώση για να άρχουν πάνω
σε όλη τη Δημιουργία, να εργάζονται ακόπως, να καλλιεργούν τη γη και να
γεύονται τους καρπούς της. Ο Αδάμ έδωσε ονόματα σε όλα τα ζώα και ήταν
αυτός και η γυναίκα του οι «βασιλείς της Κτίσεως».
Μετά
την αμέλεια, την αποστασία και την πτώση τους, εξορίσθηκαν από τον
Παράδεισο, χωρίς, όμως, να χάσουν τη γνώση και τη μνήμη τους, γιατί, αν
συνέβαινε αυτό, όχι μόνο δεν θα ήσαν εις θέσιν να συναισθανθούν την
πνευματική κατάπτωσή τους και να μετανοήσουν αλλ’ ούτε στοιχειωδώς δεν
θα μπορούσαν να επιβιώσουν.
Αυτό
επαληθεύεται από τη συνέχεια της διηγήσεως, όταν ο Αδάμ και η Εύα, οι
πρώτοι και μοναδικοί άνθρωποι της γης, απέκτησαν τα πρώτα παιδιά τους,
τον Κάϊν και τον Άβελ, οι οποίοι –όταν ήλθαν σε ηλικία– άρχισαν να
εργάζονται, ο μεν Κάϊν ως γεωργός καλλιεργούσε τη γη, ο δε Άβελ ως
κτηνοτρόφος έβοσκε πρόβατα.
Πάνω
στην εργασία τους τα δύο αδέλφια έδειξαν τον χαρακτήρα τους και, κάποια
στιγμή, αποκορυφώθηκε η κακία του Κάϊν και σκότωσε τον δίκαιο αδελφό
του, ολοκληρώνοντας την πτώση των γονέων του και ενεργοποιώντας, με την
πράξη του αυτή, το επιτίμιο του θανάτου, που είχε μεν εξαγγείλει ο Θεός,
αλλά δεν το είχε πραγματοποιήσει, έως ότου και αυτό το κακό το ενήργησε
ο αμετανόητος πεπτωκώς άνθρωπος. Έτσι απεδείχθη περίτρανα ότι αίτιος
και για τη διάπραξη της αμαρτίας αλλά και για τις οδυνηρές συνέπειές της
δεν είναι ο Φιλάνθρωπος Θεός αλλά μόνο ο άνθρωπος.
Οι
απόγονοι της αμαρτίας οδηγούντο από το κακό στο χειρότερο, γι’ αυτό,
τον κατακλυσμό της αμαρτίας κατέπνιξε ο κατακλυσμός των υδάτων της
εποχής του Νώε, γενόμενος, ο κατακλυσμός, προτύπωση του θείου
Βαπτίσματος.
Οι
άνθρωποι, όμως, αγιάτρευτα αδιόρθωτοι, συνέχισαν πάλι και πάλι το
κατρακύλισμά τους και σε πολλά μέρη της γης, όπου είχαν συν τω χρόνω
διασπαρεί, έχασαν κάθε ίχνος ανθρωπιάς και έγιναν αγριάνθρωποι και
άνθρωποι των σπηλαίων, διαπράττοντες κάθε λογής αγριότητα.
Αυτή,
λοιπόν, η άγρια και θηριώδης διαμόρφωση της ψυχής μυριάδων ανθρώπων,
κάπου, κάποτε, έδωσε φτερά στη φαντασία των τάχα επιστημόνων του 20ου
αιώνα και μίλησαν και έγραψαν για εκατομμυρίων ετών εξέλιξη του
ανθρώπινου γένους(!), μετρώντας από την (κατ’ αυτούς) μετά τον πίθηκο
διαμόρφωση του ανθρώπου σε ανθρωποειδές.
Για
να ολοκληρώσουν την τάχα επιστημονική ερμηνεία της διαδρομής του
ανθρωπίνου γένους, συμπλήρωσαν με τη φαντασία τους και τα
μεσοδιαστήματα, ισχυριζόμενοι πως υπήρξαν εποχές του λίθου, του ξύλου,
του χαλκού και του σιδήρου. Δεν μας εξηγούν, όμως, το γιατί χρειάσθηκαν
εκατομμύρια χρόνια για να περάση η ανθρωπότητα από την εποχή του λίθου
στην εποχή του σιδήρου, ενώ χρειάσθηκαν μόνο επτά χιλιάδες χρόνια για να
φθάσουμε στην πυρηνική και ηλεκτρονική εποχή;
Και
αυτά μεν τα διακηρύσσουν οι τάχα επιστήμονες, εξυπηρετούντες τις
αθεϊστικές σκοπιμότητές τους και τα διδάσκουν μέχρι σήμερα στα σχολεία
και στα Πανεπιστήμια όλου του κόσμου. Οι χριστιανοί επιστήμονες, όμως,
και οι κληρικοί μας πως έχουν συμβιβασθεί με όλη αυτή τη σύγχρονη
μυθολογία, εναρμονίζοντάς την, μάλιστα, με την Αγία Γραφή;
Όσοι
έχουν μάτια ανοιχτά να βλέπουν τον σημερινό κόσμο καταλαβαίνουν χωρίς
πολλή προσπάθεια ότι η άγρια κατάσταση του ανθρώπου δεν σημαίνει την
αρχή της ιστορίας του αλλά το κατάντημά του! Ας παρατηρήσουμε τη
σημερινή εξέλιξη των ανθρώπων χωρίς Θεό και, ιδίως, των νέων ανθρώπων.
Αρχίζουν τη ζωή τους ανθρώπινα, πολλοί, μάλιστα, σαν αρχοντόπουλα και,
ύστερα, όσο βουλιάζουν στην αμαρτία, αγριεύουν, φεύγουν από τα σπίτια
τους και κατοικούν σε ετοιμόρροπα έρημα σπίτια, σε τρώγλες, σε βουνά, σε
σπηλιές! Αν συνεχισθή έτσι για πολύ η κατάσταση, σε λίγες δεκαετίες θα
ζήσουμε παγκοσμίως μια νέα εποχή των σπηλαίων και η δαιμονισμένη πια
ανθρωπότητα θα καταφεύγει μια στη φωτιά, μια στο νερό και μια στα
μνήματα, όπως οι δαιμονισμένοι του Ευαγγελίου!
Δεν
ξεκίνησε, λοιπόν, η ανθρώπινη ιστορία από την πρωτόγονη κατάσταση.
Ξεκίνησε από τον Παράδεισο, από τον κατ’ εξοχήν κορυφαίο πολιτισμό.
Αυτόν τον πολιτισμό που νοσταλγούμε σε όλη μας τη ζωή και τον οποίο
λαχταρούμε να ζήσουμε εις τους αιώνας των αιώνων!
Ο
Θεός δεν μας δημιούργησε για να μας ρίξη στα σπήλαια. Μας έπλασε
πριγκηπόπουλα, μας είχε στα “πούπουλα”, μας απάλλαξε από τον κόπο και
τον πόνο κι’ εμείς, από την αφροσύνη μας γίναμε άνθρωποι των σπηλαίων.
Στα σπήλαια της κακίας μας βρήκε, δεν μας έστειλε εκεί ο Θεός. Πήγαμε
και πηγαίνουμε μόνοι μας, εκεί μας οδήγησε και μας οδηγεί η
...“επιστημοσύνη μας”!
Σ’
αυτά τα σπήλαια της κακίας μας ήρθε και μας ξαναβρήκε ο Χριστός,
γενόμενος άνθρωπος. Γεννήθηκε στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ, για να κάνη και
πάλι τον σταύλο του “πολιτισμού” μας Παράδεισο! Αυτώ η Δόξα και το
κράτος εις τους αιώνας!
π. Βασίλειος Βολουδάκης
Eξαιρετικη αναλυση! Συγκεκριμενοποιησε αυτο που ειχα χρονια στο μυαλο μου, οτι δλδ η επιστημη ξεκιναει να υπολογιζει απο τη περιοδο του απολυτου ξεπεσμου της ανθρωπινης υπαρξης.
ΑπάντησηΔιαγραφή